Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ'
Στόν ἱερό ναό ἔχουμε τά ἀναγκαία ἱερά σκεύη γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας ὡς καί τά ἱερά ἄμφια. Τόσον τά σκεύη ὅσον καί τά ἄμφια θεωροῦνται ἱερά καί ὁποιαδήποτε ἀφαίρεση ἤ χρησιμοποίησή τους γι' ἄλλους σκοπούς ἐκτός τῆς τελέσεως τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων χαρακτηρίζεται ἱεροσυλία καί βεβήλωση. Μάλιστα, ὁ 73ος Ἀποστολικός Κανόνας ἐπιβάλλει αὐστηρό ἐπιτίμιον στόν ἱερόσυλο.
Εἰδικότερα, γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας τά ἀπαραίτητα ἱερά σκεύη εἶναι τά κάτωθι: Ποτήριον, Δισκάριον, Ἀστερίσκος, Λαβίς, Λόγχη καί Σπόγγος. Ἐπίσης χρειάζονται καί τρία καλύμματα, τό ἕνα γιά τό κάλυμμα τοῦ δισκαρίου, τό ἄλλο τοῦ ποτηρίου καί ὁ «ἀήρ» γιά νά καλυφθοῦν καί τά δύο μαζί.
Ἀναλυτικότερα, τό Ποτήριον συμβολίζει ἐκεῖνο τό ἱερό καί ἅγιο Ποτήριο μέ τό ὁποῖο ὁ Χριστός στό ὑπερῷον πρό τοῦ ἁγίου Πάθους Του παρέδωσε τό Μυστήριον τῆς Εὐχαριστίας καί εἶπε πρός τούς μαθητάς Του: «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμα μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Ματθ. κστ', 27-28). Τό ἅγιον Ποτήριον, ὁ Ἀπ. Παῦλος τό ὀνομάζει «Ποτήριον εὐλογίας» (Α' Κορ. ι',16), ὁ δέ Μέγας Ἀθανάσιος «Ποτήριον μυστικόν». Τό Ἅγιον Δισκάριον ἤ Ἅγιος Δίσκος σημαίνει τό ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καί γῆς σύστημα, ἡ δέ στό μέσον αὐτοῦ θέσις τοῦ Ἁγίου Ἄρτου σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός ἐν μέσῳ τῆς γῆς εἰργάσατο τήν διά τοῦ Σταυροῦ Του σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τό σχῆμα του εἶναι πάντοτε στρογγύλον καί κατά τόν ἅγιο Γερμανό Κων/λεως τό Ἅγιον Δισκάριον «τό στρογγύλον» ἔχει τήν ἔννοια τοῦ κύκλου τοῦ οὐρανοῦ καί ἐν τῷ μέσῳ αὐτοῦ, ὁ νοητός Ἥλιος ὁ Χριστός. Τό ἴδιο λέγει καί ὁ ἅγ. Συμεών Θεσ/κης ὅτι «τυποῖ τόν οὐρανόν καί διά τοῦτο κυκλοτερής ἐστι, καί τόν τοῦ οὐρανοῦ κατέχει Δεσπότην».
Ἔπειτα, ὁ Ἀστερίσκος, δηλώνει ὅλον τόν ἔναστρον οὐρανόν καί εἰδικότερα τόν ἐπί τῇ γεννήσει τοῦ Χριστοῦ ἐπιφανέντα ἀστέρα. Ὁ ἅγ. Συμεών εἶναι σαφής. «Ὁ λεγόμενος ἀστερίσκος καί τούς ἀστέρας (ὅλου τοῦ οὐρανοῦ) καί αὐτόν τόν ἐπί τῇ γεννήσει τοῦ Χριστοῦ δηλοῖ». Ἔτσι ὁ ἱερεύς ὅταν τελεῖ τήν Προσκομιδήν καί στό τέλος πρέπει νά καλύψει τά Τίμια Δῶρα πρῶτον θυμιάζει τόν Ἀστερίσκον εἰς τιμήν τοῦ Σωτῆρος καί τόν θέτει ὑπεράνω τοῦ Ἀμνοῦ λέγοντας «Καί ἰδού ὁ ἀστήρ ἐλθών ἔστη ἐπάνω, οὗ ἦν τό παιδίον» καθ' ὅτι ἄλλωστε ἡ ἁγία Πρόθεσις φέρει τόν τύπον τοῦ σπηλαίου καί τῆς φάτνης τῆς θείας Γεννήσεως.
Ἡ Λαβίς, ἔχει πρακτικόν λόγον γιά τήν μετάδοση τῆς Θείας Κοινωνίας προκειμένου μέ ἀσφάλεια νά δίδονται τά Ἄχραντα Μυστήρια. Ἡ Λόγχη καί ὁ Σπόγγος σημαίνουν ἡ μέν λόγχη ὅτε κατά τήν Σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Σταυροῦ ὅπου «εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχη αὐτοῦ τήν πλευράν ἔνυξε», ὁ δέ Σπόγγος ὅτε ἐπάνω στόν Σταυρό ἔδωκαν στόν Ἐσταυρωμένο Κύριο «σπόγγον ὄξους» στά ἄχραντα χείλη αὐτοῦ.
Ἔπειτα τά ἱερά καλύμματα, τοῦ μέν Δισκαρίου συμβολίζει τά σπάργανα τά ὁποῖα δηλώνουν τήν ἐνανθρώπησι Υἱοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτό καί λέγει ὁ ἱερεύς «Κύριος ἐβασίλευσεν εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο...», τοῦ δέ Ποτηρίου προκηρύττει ἐπίσης τήν θείαν Σάρκωσιν τοῦ Κυρίου γι' αὐτό καί λέγει ὁ ἱερεύς «Ἐκάλυψεν οὐρανούς ἡ ἀρετή αὐτοῦ καί τῆς συνέσεως αὐτοῦ πλήρης ἡ γῆ». Τέλος, ὁ «Ἀήρ» εἰκονίζει τήν σινδόνα, σύμφωνα μέ τό γεγονός ὅτι ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας «προσελθών τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καί καθελών αὐτό ἐνετύλιξε σινδόνι καί ἔθηκεν αὐτό ἐν μνήματι» (Λουκ. κγ', 52-53). Ὅλα, ἑπομένως, ἔχουν συμβολισμόν καί σημασίαν.
*
Ὅσον ἀφορᾶ τά ἱερά ἄμφια, αὐτά εἶναι τά κάτωθι:
Τοῦ Διακόνου εἶναι: Τό στιχάριον, τό ὀράριον καί τά ἐπιμάνικα. Ἡ λέξη στιχάριον παράγεται ἐκ τοῦ ρήματος στίχω πού σημαίνει περιπατῶ μέ τάξη. Καί ἐπειδή τό στιχάριον εἶναι μακρύ μέχρι κάτω στά πόδια κάμνει ἔτσι τόν διάκονο ἤ τόν ἱερέα νά περιπατεῖ μέ ἱεροπρέπεια καί μέ εὐταξία ὅταν τό φορεῖ καί διακονεῖ ἤ ἱερουργεῖ στόν ἱ. ναό καί μάλιστα στό Ἱερό Βῆμα. Συμβολίζει βέβαια τό καθαρόν καί ἀμόλυντον τοῦ ἱερατικοῦ τάγματος καί τά λόγια ὅταν ἐνδύεται εἶναι: «Ἀγαλλιάσεται ἡ ψυχή μου ἐπί τῷ Κυρίῳ ἐνέδυσε γάρ με ἱμάτιον σωτηρίου». Τό ὀράριον ἤ ὡράριον τό ὁποῖο φορεῖ ὁ διάκονος ἐπί τῶν ὤμων εἰκονίζει τάς πτέρυγας τῶν Ἀγγέλων ἐπειδή διακονεῖ καί ἔχει τάξη ἀγγελική. Περιζώννυται δέ τό ὀράριον ὅταν πρόκειται νά κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων εἰς ἔνδειξιν συστολῆς καί ἱεροῦ δέους. Τέλος ὁ διάκονος ὅπως καί ὁ ἱερεύς φορεῖ τά ἐπιμάνικα. Ὀνομάζονται ἔτσι γιατί φοριοῦνται πάνω ἀπό τά μανίκια τοῦ στιχαρίου καί τά περισφίγγουν γιά νά μή ἐμποδίζουν τά χέρια τοῦ κληρικοῦ στή θεία ὑπουργία. Σημαίνουν τήν προφυλακή πού πρέπει νά ἔχει ὁ διάκονος ἤ ὁ ἱερεύς ὡς καί τήν δύναμη τῆς διακονίας ἤ ἱερωσύνης νά διακονεῖ ἤ τελεῖ τά ἱερά Μυστήρια. Τά ἁρμόδια ψαλτικά εἶναι: «Ἡ δεξιά σου Κύριε δεδόξασται κλπ» καί «Αἱ χείρες σου ἐποίησάν με κλπ». Εἰκονίζουν τέλος τά δεσμά τῶν χειρῶν τοῦ Χριστοῦ μέ τά ὁποῖα δεδεμένος ὁδηγήθηκε στόν Πιλᾶτο.
Τά ἄμφια τοῦ Ἱερέως ἐκτός ἀπό τό στιχάριον καί τά ἐπιμάνικα εἶναι: Τό ἐπιτραχήλιον, ἡ ζώνη, τό φαιλόνιον καί τό ἐπιγονάτιον. Τό ἐπιτραχήλιον ὀνομάζεται ἔτσι ἐπειδή φοραίνεται στόν τράχηλον, στό λαιμό. Γι' αὐτό καί γράφεται μέ «η». Συμβολίζει τήν χάριν τοῦ Ἁγ. Πνεύματος τήν ὁποία ἔλαβε μέ τήν χειροτονία καί εἶναι ὑποκείμενος στόν Μέγα Ἀρχιερέα, τόν Χριστό. Ὅταν τό φορᾶ λέγει: «Εὐλογητός ὁ Θεός ὁ ἐκχέων τήν χάριν ἐπί τούς ἱερεῖς αὐτοῦ». Ἡ ζώνη περισφίγγει τό στιχάριο καί τό ἐπιτραχήλιο καί σημαίνει τήν πνευματική δύναμη τοῦ ἱερουργοῦντος ἱερέως, τήν δύναμη τῆς χάριτος μέ τήν ὁποία καί κατανικᾶ τούς πειρασμούς. Λέγει ὅταν τήν φορᾶ: «Εὐλογητός ὁ Θεός ὁ περιζωννύων με δύναμιν καί ἔθετο ἄμωμον τήν ὁδόν μου...».
Τό φαιλόνιον ἀποκαλεῖται ἔτσι γιατί σκεπάζει ὅλα τά ἄλλα ἄμφια καί φαίνεται ὅλον. Σημαίνει τήν ἀρετή πού ὀφείλει νά διακρίνει τόν ἱερέα. Ὅταν τό φορᾶ λέγει:«Οἱ ἱερεῖς σου Κύριε ἐνδύσονται δικαιοσύνην κλπ» διότι στήν ἔννοια τῆς δικαιοσύνης κρύπτονται ὅλες οἱ ἀρετές. Τέλος, τό ἐπιγονάτιον λέγεται ἔτσι ἐπειδή κρεμᾶται πάνω στό γόνατο. Σημαίνει τήν μάχαιρα τοῦ πνεύματος καί τήν διδασκαλίαν γι' αὐτό καί λέγει: «Περίζωσαι τήν ρομφαία σου ἐπί τῶν μηρῶν σου, δυνατέ». Τό ἐπιγονάτιο τό φέρουν μόνον οἱ ἱερεῖς πού ἔχουν ἕνα ἐκκλησιαστικό ἀξίωμα.
Τέλος, τά ἄμφια τοῦ Ἀρχιερέως ἐπί πλέον εἶναι: Ὁ σάκκος, τό ὠμοφόριον, τό ἐγκόλπιον, ἡ Μίτρα. Ὁ σάκκος σημαίνει τήν κοκκίνη χλαμύδα μέ τήν ὁποία οἱ στρατιῶτες ἐνέδυσαν τόν Χριστόν γι' αὐτό συνηθιζόταν παλαιόθεν κυρίως νά φέρει σταυρούς, ὡς σύμβολα τοῦ Πάθους τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Τό ὠμοφόριον πού φέρεται στούς ὤμους καί τό μικρό καί τό μέγα, σημαίνει τό πλανηθέν πρόβατον (δηλ. τήν ἀνθρωπίνη φύση), τό ὁποῖο βρῆκε ὁ Χριστός καί τό σήκωσε στούς ὤμους του καί τό ἐπανέφερε στήν ἁγία μάνδρα τῆς Ἐκκλησίας καί τό ἕνωσε μέ τά ἄλλα τά 99 πρόβατα. Τό ἐγκόλπιον σημαίνει τήν ἐκ μέσης καρδίας ὁμολογία πίστεως τοῦ Ἀρχιερέως γι' αὐτό καί τίθεται στό μέρος τῆς καρδιᾶς. Ὁ Σταυρός τίθεται εἰς τό στῆθος ἀριστερά γι’ αὐτό καί λέγεται ἐπιστήθιος σταυρός. Τέλος ἡ μίτρα εἶναι τό κάλυμμα τῆς κεφαλῆς καί σημαίνει τόν ἀκάνθινον στέφανον τοῦ Χριστοῦ. Ὁποῖον φόβον Θεοῦ ὀφείλει, ἐν προκειμένῳ, νά διακατέχει τόν Ἀρχιερέα. Κρατεῖ προσέτι καί πατερίτσαν (ποιμαντορική ράβδον) ἡ ὁποία δηλώνει τήν πνευματική ἐξουσία του τοῦ ποιμαίνειν τό ἐμπιστευθέν ὑπό τῆς Ἐκκλησίας λογικόν ποίμνιον. Τά ἱερά, συνεπῶς, ἄμφια δέν εἶναι κοινά ἐνδύματα ἀλλά «ἅγια ἐστί».