Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ'
Ἕνας ἀπό τούς πιό βασικούς ἀλλά καί δύσκολους τομεῖς ποιμαντικῆς δραστηριότητας στήν Ἐνορία εἶναι ἐκεῖνος τῶν νέων. Τά προβλήματά τους, οἱ ἀνησυχίες τους, τά ὁράματά τους γιά τήν κοινωνία καί τή ζωή, εἶναι σέ γενικές γραμμές σέ ὅλους γνωστά. Ἀπογοητευμένοι καθώς εἶναι ἀπό τήν σύγχρονη πραγματικότητα, κατά κοινή ὁμολογία, στρέφουν τά βλέμματά τους καί πρός τήν Ἐκκλησία. Καί ἡ ἐνορία μπορεῖ νά καταστεῖ καί ὁ χῶρος τῶν νέων. Ἔτσι ὁ θεσμός τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων, τῶν νεανικῶν συνάξεων εἶναι ἕνας σπουδαῖος θεσμός τῆς Ἐκκλησίας.
Καί δέν θά μποροῦσε νά ἦταν διαφορετικά, ἡ Ἐκκλησία νά μήν ἐνδιαφέρεται, νά μήν ποιμαίνει καί νά μήν διαπαιδαγωγεῖ τά παιδιά, τήν νεότητα. Ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἠγάπησε πρῶτος Ἐκεῖνος, τά παιδιά. Καί ὅταν κάποτε ἐμπόδισαν οἱ μαθητές Του νά πλησιάσουν τά παιδιά τόν Κύριο, Ἐκεῖνος εἶπε: «Ἄφετε τά παιδία ἐλθεῖν πρός με καί μή κωλύετε αὐτά τῶν γάρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 19,14). Καί ἔπειτα ὄχι ἁπλῶς ἐνηγκαλίσθη καί ἁπλῶς ηὐλόγει, ἀλλά κατηυλόγει τά παιδιά, δίδοντας πλουσία τήν Χάρι Του. Μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, πού ταιριάζει ἀπόλυτα στήν νεότητα, μέσα σ' αὐτόν τόν χῶρο τόν ἁγιαστικό τῆς χάριτος, ἐκεῖ τά παιδιά θά διαπαιδαγωγηθοῦν χριστιανικά. Ἐκεῖ θά ἀκούσουν τό Ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ θά ἀκούσουν τούς Μακαρισμούς, τίς Παραβολές τοῦ Κυρίου, τά θαύματα. Θά διδαχθοῦν αὐτή τήν θεία διδασκαλία. Θά πάρουν παραδείγματα καί συνθήματα πνευματικά γιά τήν ζωή τους. Ἐκεῖ θά ἀκούσουν τήν ἔννοια τήν μεγάλη τοῦ Χριστιανισμοῦ, τῆς «καινῆς», τῆς καινούργιας ἐντολῆς τῆς ἀγάπης. Ἐκεῖ θά μάθουν τό «πορευθέντες», θά μάθουν τήν ἔννοια τῆς μετάνοιας, τῆς διακονίας καί τῆς θυσίας. Ὅσο περισσότερο προσφέρουμε στά παιδιά τό τί σημαίνει Χριστιανική ζωή, τόσο περισσότερο θά καλλιεργεῖται ὁ ἐσωτερικός τους κόσμος. Γιατί τελικά, ἡ κατά Χριστόν μόρφωση καί ἡ κατά Χριστόν ἀγωγή εἶναι ὁ κολοσσός τῆς ἀγωγῆς καί τῆς διαπαιδαγωγήσεως.
Ἰδιαιτέρως ἡ χριστιανική παιδαγωγία ἐνισχύει τόν νέον, τόν ἐνδυναμώνει πνευματικά καί ψυχολογικά, τόν ἀναγεννᾶ πραγματικά καί τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τά πάθη. Γι' αὐτό καί εἶναι πολύ ἀναγκαῖα τά Κατηχητικά Σχολεῖα, οἱ Χριστιανικές Μαθητικές Ὁμάδες, οἱ «Χαρούμενοι Ἀγωνιστές» καί τόσες ἄλλες νεανικές συνάξεις καί συντροφιές, ὅλη αὐτή ἡ πνευματική διακονία στό χῶρο τῆς νεότητος, κάτω βέβαια ἀπό τήν εὐλογία καί ἄδεια τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου.
Ἡ χριστιανική παιδαγωγία, εἶναι ἀποδεδειγμένο, αὐτή φέρει τήν ἐσωτερική ἡρεμία στήν ταραγμένη συνείδηση καί αὐτή ἐπικοδομεῖ τήν ἐπίγνωση τῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς. Ὁ Κλήμης, ὁ Ἀλεξανδρεύς στό ἔργο του «Παιδαγωγός» ἔγραφε: «Ἡ κατά Θεόν παιδαγωγία ἔστι κατευθυσμός ἀληθείας εἰς ἐποπτείαν Θεοῦ καί πράξεων ἁγίων ἀποτύπωσις». Καί ὁ ἄλλος μεγάλος παιδαγωγός, ὁ Ἱ. Χρυσόστομος, χαρακτηριστικά τόνιζε: «Βούλει γενέσθαι εὐπειθῆ τά τέκνα σου; Ἀπ' ἀρχῆς ἀνάτρεφε αὐτά «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου».
Αὐτή ἡ χριστιανική παιδαγωγία πρέπει νά ποῦμε πώς μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ, ἄν οἱ ἱερεῖς ὁδηγήσουν τά παιδιά σέ μία συνειδητή προσέγγιση μέ τίς σώζουσες ἀλήθειες τοῦ Ἱ. Εὐαγγελίου καί τά συνηθίσουν σέ συμμετοχή στή μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί τίποτε ἄλλο δέν στέκεται ἱκανό νά ἐφοδιάσει τά παιδιά μέ τά ἀπαραίτητα πνευματικά καί ψυχικά ἐφόδια, πού θά τούς ἐξασφαλίσουν τήν νίκη, ὅσο οἱ ἀρχές τῆς πίστεώς μας, ἡ συναίσθηση τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί ἡ μυστηριακή ζωή. Μ' αὐτό τόν τρόπο, τά παιδιά ἀναπτύσσουν μέσα τους τίς πνευματικές δυνάμεις πού ἔχουν καί μαθαίνουν τόν τρόπο τῆς ἀντιδράσεως στίς ἐπιθέσεις τοῦ κακοῦ. Μήν περιμένουμε νά δραστηριοποιηθοῦν τά παιδιά ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἄν δέν τονισθοῦν μέσα τους αὐτές οἱ πνευματικές δυνάμεις.
Ἔπειτα ἡ Κατήχηση πρέπει νά εἰσάγει τό παιδί καί τόν ἔφηβο στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Σ' αὐτό συμβάλλει ὄχι μόνο ἡ προφορική διδασκαλία ἀλλά ἡ λατρευτική ἐμπειρία ἡ ὁποία ἀποκτᾶται μέ τόν ἐκκλησιασμό. Ὁ ἐκκλησιασμός εἶναι ὅ,τι τό σπουδαιότερο ἔχει νά προσφέρει τό Κατηχητικό Σχολεῖο. Ἔτσι τά παιδιά δέν ἀντιλαμβάνονται τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὡς μία στεῖρα παροχή γνώσεων, ἀλλά ζοῦν καί βιώνουν τήν εὐχαριστιακή σύναξη ὡς δική τους ὑπόθεση.
Κατ' ἐξοχήν ἡ Θεία Λειτουργία ἔχει πολλά νά προσφέρει στά παιδιά. Ἡ παιδαγωγική της ἀξία εἶναι μεγάλη. Ὅλες οἱ ἱερές τελετές μέ τά πλούσια σύμβολα, ἡ βυζαντινή ψαλμωδία, οἱ εἰκόνες, οἱ κινήσεις τοῦ λειτουργοῦ ἱερέως, ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα ἀσκοῦν βαθειά ἐπίδραση στίς ψυχές τῶν παιδιῶν. Ἡ Θ. Λειτουργία εἶναι ἕνα πλῆρες θρησκευτικό μάθημα, τό καλύτερο. Οἱ ἐμπειρίες πού προσφέρει ἡ λατρεία στό ναό ἔχουν τήν δυνατότητα νά συνδυάσουν τήν ἐπιθυμία τῶν παιδιῶν γιά κίνηση καί δράση σέ συνδυασμό μέ τήν διδασκαλία. Ἔτσι ὁ ἐκκλησιασμός τῶν παιδιῶν τοῦ Κατηχητικοῦ Σχολείου ἀλλά καί τῶν σχολείων ἐν γένει εἶναι μεγίστη εὐκαιρία ὑψίστης σημασίας, πνευματικῆς οἰκοδομῆς τῶν ψυχῶν τῶν παιδιῶν. Βεβαίως χρειάζεται ἐκ μέρους τοῦ ἱερέως μεγάλη προσοχή στή διάρκεια ἑνός ἐκκλησιασμοῦ παιδιῶν, οὕτως ὥστε καί ἡ κατάλληλη κατανυκτική ἀτμόσφαιρα νά ὑπάρχει καί ἡ συμμετοχή τῶν παιδιῶν νά εἶναι πιό συνειδητή καί ζῶσα.
Ἡ συνειδητή συμμετοχή τῶν νέων στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σπουδαῖο ἐπίτευγμα. Αὐτό πρωτίστως ὀφείλεται στήν οἰκογένεια ἀλλά καί στόν εὐλαβῆ ἱερέα, τόν ἀληθινό ποιμένα. Ἀκόμη καί ἡ ἀνιδιοτελής συμμετοχή νέων – φοιτητῶν στή διακονία τῆς Κατηχήσεως τῶν μικροτέρων παιδιῶν εἶναι πολύ σημαντικό. Ὅπως ἐπίσης καί ἡ σαγήνευση τῶν νέων ἀπό τήν βυζαντινή μουσική καί τήν προσπάθεια ἐκμάθησής της. Ἀξίζει νά προτρέπουμε τά παιδιά νά βοηθοῦν στό Ἀναλόγιο. Ἐκ μέρους τῶν ἱερέων ἡ πατρική συμπαράσταση καί ψυχική ἐνθάρρυνση τῶν παιδιῶν νά εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία, ὡς μικροί συνεργάτες τῆς ἐνορίας καί ὡς βοηθοί τοῦ ἱερέα εἶναι θεάρεστη στάση. Ἄλλωστε μή λησμονοῦμε ὅ,τι καλόν σπέρνεται στή ψυχή τοῦ παιδιοῦ, αὐτό δέν πάει χαμένο ὅπου καί ἄν βρεθεῖ ὕστερα ἀπό πολλά χρόνια. Οἱ λειτουργικές ἀναμνήσεις τῆς παιδικῆς ἡλικίας μποροῦν, ποιός ξέρει, σέ μία δύσκολη ὥρα τῆς ζωῆς, νά φέρουν συγκλονιστικά εὐεργετικά καί σωτήρια ἀποτελέσματα.
Στό Κατηχητικό Σχολεῖο πρέπει νά δώσει ὁ ἱερεύς νά καταλάβει τό παιδί ὅτι ὁ χῶρος ἐκεῖ εἶναι δικός του, νά αἰσθανθεῖ ὅτι στήν ἐνορία του ὑπάρχουν πρόσωπα, οἱ ἱερεῖς, οἱ κατηχητές, οἱ Ὁμαδάρχες πού τά ἀγαποῦν μέ γνησιότητα, ἀνιδιοτέλεια καί ἐνδιαφέρον γιά τά προβλήματά τους, γιά τήν διδαχή τους καί γιά τήν πνευματική τους πρόοδο. Ἔτσι τό Κατηχητικό Σχολεῖο, ἡ Σύναξη, ἡ Συντροφιά πρέπει νά διοργανώνονται κατά τόν καλύτερο τρόπο. Νά ὑπάρχει καλή αἴθουσα, νά εἶναι κατάλληλα διαμορφωμένη καί διακοσμημένη. Νά μπορεῖ τό Κατηχητικό Σχολεῖο νά διοργανώνει ἑορταστικές ἐκδηλώσεις, ἐκθέσεις, ἀθλητικές δραστηριότητες, ἐκπαιδευτικές, θεατρικές παραστάσεις, ἐκδηλώσεις καί ἀποστολές ἀγάπης καί φιλανθρωπίας, ἐκδρομές, κατασκηνώσεις κἄ. Νά γνωρίζουμε δέ ὅτι ἡ λειτουργία μιᾶς χριστιανικῆς κατασκήνωσης προσφέρει πάρα πολλά στά παιδιά. Ἀξίζει τό ἔργο αὐτό. Ὁ ὑπεύθυνος δέ ἱερεύς νεότητος θά φέρει τήν κύρια εὐθύνη καί πρέπει νά διευκολύνεται καί ἐνισχύεται στό ἔργο του. Ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ Κατηχητικοῦ ἔργου καί τῆς ἀποστολῆς εἶναι ἐπιτακτική καί ἀναγκαία.
Προσέτι ὁ ἱερεύς πρέπει νά γνωρίζει τήν ψυχοσύνθεση τῶν παιδιῶν καί ἐν γένει τῆς νεότητος. Τό παιδί καί ἰδιαίτερα ὁ ἔφηβος, ὁ νέος ἄνθρωπος εἶναι πάντα ἀνήσυχος, ἐπαναστάτης, ἀσυμβίβαστος, εἶναι ἐκεῖνος πού θέλει νά ἀλλάξει τόν κόσμο, πού ψάχνεται, πού ἀναζητεῖ τήν ταυτότητά του, πού προβληματίζεται γιά τό νόημα, τόν σκοπό τῆς ζωῆς. Ὁ νέος ἄνθρωπος εἶναι εὐαίσθητος, γεμᾶτος ὁράματα ἀλλά καί γεμᾶτος ἀγωνία γιά τό αὔριο. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὁ ὁποῖος γνωρίζει ἰδιαίτερα τά προβλήματα τῆς νεότητος, ἐπισημαίνει πολύ χαρακτηριστικά: «Χαλεπόν ἡ νεότης καί εὐρίπιστον, εὐεξαπάτητον, εὐόλισθον καί σφοδροτέρου δεῖται τοῦ χαλινοῦ πυρά γάρ τίς ἐστίν τῶν ἔξωθεν ἐπιλαμβανομένη ἁπάντων, ραδίως ἐκκαιομένη. (PG. 49, 21δ). Γι' αὐτό στόχος τῆς ἀρωγῆς τῆς νεότητος κατά τόν σοφόν Ἱεράρχην εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ἀρετῆς. Διότι «ἀρετῆς ἀπούσης ἅπαντα περιττά». Καί ὁ ἀρχαῖος σοφός ὁ Σωσιάδης (6ος αἰ. π.Χ.) θά πεῖ: «Παῖς ὤν κόσμιος ἴσθι, ἡβῶν ἐγκρατής, μέσος δίκαιος, πρεσβύτερος εὔλογος».
Πρέπει ἑπομένως ὁ ἱερεύς καί κατ’ ἐπέκτασιν ὁ Κατηχητής νά δείχνει τήν ἀνάλογη κατανόηση μέ τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν, νά κάμνει διάλογο μέ διακριτικότητα καί εὐγένεια, νά μή περιφρονεῖ κανένα παιδί καί νά γνωρίζει πάντα ὅτι ὁ σύνδεσμος μέ τόν Σωτῆρα Χριστόν εἶναι τό πᾶν.
Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ταιριάζει ἀπόλυτα στούς νέους γιατί εἶναι ἕνας χῶρος μέ δυναμική καί προοπτική. Εἶναι χῶρος γεμᾶτος δύναμη καί ζωή. Χῶρος ἀγῶνα. Εἶναι ἕνας χῶρος μέ οὐσιαστική πληρότητα γιατί ἐκεῖ κυβερνᾶ κάποιος ἄλλος πού ὅταν ὁ νέος τόν γνωρίσει, τόν Χριστό, τότε βρίσκει τήν καθ΄ ὅλου προσωπικότητά του. Ταγμένοι λοιπόν πρωτίστως γιά βοήθεια στούς νέους ἀνθρώπους εἶναι οἱ κληρικοί. Πρόκειται γιά μία διακονία ὕψιστης ὑπευθυνότητας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τό ζητούμενο κάθε φορά εἶναι ὁ νέος νά γίνει συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Καί σ' αὐτό, τό Κατηχητικό Σχολεῖο μπορεῖ νά συμβάλλει ἄν πραγματοποιεῖται σωστό Κατηχητικό ἔργο.
Νά γνωρίζουμε ἐπιπλέον ὅτι τά παιδιά δέν παίρνουν πρωτίστως ἀπό μᾶς αὐτά πού θέλουμε νά τούς μεταδώσουμε ἀλλά αὐτό πού εἴμαστε. Ἔτσι ἡ καλύτερη χριστιανική ἀγωγή εἶναι νά δώσουμε τήν δυνατότητα στά παιδιά νά ἀποκτήσουν ὑγιεῖς σχέσεις μέ τήν Ἐκκλησία. Ἐκεῖ στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, θά γίνει ἡ μετάγγιση τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ ἤθους. Κάθε λοιπόν ἱερεύς νά φροντίσει νά φτιάξει ἕνα καλό Κατηχητικό Σχολεῖο.
Οἱ ἱερεῖς νά ἐντείνουν τίς προσπάθειές τους νά λειτουργοῦν σωστά τά Κατηχητικά Σχολεῖα διότι ἡ ἀρετή ἡ ὁποία ἀποκτᾶται ἀπό τήν ἐκεῖ φοίτηση καί ἐν γένει ἀπό τήν χριστιανική παιδαγώγηση «αὕτη ἐστί ἡ μεγίστη περιουσία, οὗτος ὁ ἄφατος πλοῦτος, ὁ ἀδαπάνητος» κατά τόν χρυσορρήμονα Ἰωάννη.
Ἡ ἐπιλογή βέβαια τοῦ Κατηχητοῦ ἤ τῆς Κατηχήτριας εἶναι ὑπευθυνότητα τοῦ ἱερέα. Θά ἐπιλεγεῖ μετά πάσης διακριτικότητος καί συνέσεως ἀπό τόν ἱερέα καί θά λάβει στή συνέχεια τήν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου. Ὁ Κατηχητής πρέπει νά ἐμφορεῖται ἀπό ὑγιές ἐκκλησιαστικό ἦθος, νά εἶναι ἀγωνιστής τοῦ καλοῦ ἀγῶνα τῆς πίστεως, μορφωμένος μέ τήν διδακτική ἱκανότητα καί δεξιότητα, γνώστης ἀκόμη καί παιδαγωγικῶν ἀρχῶν. Ἔτσι ὁ Κατηχητής σέβεται τό παιδί, τό κατανοεῖ, τό διακονεῖ. Ὀφείλει νά ξέρει ὅτι δέν εἶναι τό «τέρμα» τοῦ δρόμου ἀλλά ὁ ταπεινός δείκτης πρός τόν Σωτῆρα Χριστό. Δέν προβάλλει τόν ἑαυτό του, ἀλλά τό Αἰώνιο Πρότυπο πού εἶναι ὁ Χριστός. Ἔτσι στό ἐρώτημα τί εἶναι τό παιδί γιά τόν Κατηχητή ὁ κάθε Κατηχητής ὀφείλει νά ἀπαντήσει: Ἕνα παιδί πού ἔρχεται στό Κατηχητικό Σχολεῖο εἶναι ἕνα δῶρο Θεοῦ. Ὁ Θεός τό ἐμπιστεύεται γιά τήν διδαχή του. Εἶναι τό διακόνημα ἀλλά συνάμα καί ἕνας μικρός δάσκαλος γιά κεῖνον. Ἕνας μικρός «νεομάρτυρας», δοκιμασία τῆς πίστης. Εἶναι ἕνας ἀγωνιστής. Εἶναι τελικά ὁ στέφανος γιά τόν Κατηχητή.
Ἀπόλυτα ταιριάζει ἐδῶ τό ἀρχαῖο ἐκεῖνο περιστατικό μέ τόν κυνικό φιλόσοφο Διογένη. Ἀναφέρεται ὅτι μία ἡμέρα, ὁ Διογένης συνήντησε σέ κάποιο δρόμο τῶν ἀρχαίων Ἀθηνῶν ἕνα μικρό μέ τόν παιδαγωγό του. Τό παιδί πῆρε τότε μία πέτρα καί γελῶντας τήν ἐπέταξεν ἐναντίον τοῦ Διογένους, ἀποδεικνύοντας ἔτσι ὅτι ἦταν κακοανατεθραμμένο. Καί ὁ φιλόσοφος ἀντί νά μαλώσει τόν μικρό, ἔδωκεν ἕνα ράπισμα στόν παιδαγωγόν του, θέλοντας νά δείξει μ' αὐτό ὅτι ἐκεῖνος ἔπταιε. Ὁ Κατηχητής ἔχει λοιπόν μεγάλη εὐθύνη γι' αὐτό καί ἡ ἐπιλογή ἀπό τόν ἱερέα χρειάζεται νά γίνεται μέ σοβαρότητα καί μέ τά ἀνάλογα κριτήρια.
Ἡ διακονία στό χῶρο τῆς νεότητος ἀποτελεῖ ἐνοριακό ἔργο ὑψίστης σημασίας καί πρώτης προτεραιότητος. Τά Κατηχητικά Σχολεῖα ἤ καί μέ ἄλλη ὀνομασία ὅπως ἐνοριακές νεανικές συνάξεις ἤ συντροφιές πρέπει νά συνεχίσουν τό ἔργο τους. Καί τοῦτο, γιατί ὁ μεγάλος παιδαγωγός, ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος θά συμβουλεύσει ὅλους μας: «Οἱ πατέρες μή παροργίζετε τά τέκνα ὑμῶν, ἀλλ' ἐκτρέφετε αὐτά ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφεσ. 6,4) καί ὁ σοφός πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἱ. Χρυσόστομος, θά τονίσει: «Ψυχή παιδίου, παντός χρυσίου τιμιωτέρα».