Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως, ὁ θαυματουργός, τοῦ ὁποίου τήν μνήμη ἑορτάζουμε στίς 9 Νοεμβρίου καί τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων του στίς 3 Σεπτεμβρίου καί ἰδιαίτερα τιμᾶ καί γεραίρει τήν ἁγία του προσωπικότητα ἡ νῆσος Αἴγινα, εἶναι ἕνας ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί μάλιστα τῶν χρόνων μας.
Ἀξίζει, ἐν προκειμένῳ, νά παρουσιάσουμε στό κείμενό μας αὐτό, μερικές λεπτομέρειες ἀπό τήν βιοτή του, οἱ ὁποῖες ὅμως κρύβουν οὐσία πνευματικότητας. Πρόκειται γιά μικρά περιστατικά, ἀλλά μεγάλα σέ ἠθική ἀξία. Εἶναι μικρά γεγονότα μέ οὐσιαστική δυναμική πού θητεύουν σέ ἀρχές καί ἀξίες βγαλμένες ἀπό τόν ἐνάρετο βίο τοῦ ἁγίου.
Ἐν πρώτοις, ὡς ἀναφέρεται, οἱ γονεῖς τοῦ Ἁγίου, ἦσαν οἱ Δῆμος (Δημοσθένης) καί Μπαλοῦ Κεφαλᾶ, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν πτωχικά ἀλλά μέ πολλή εὐσέβεια. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἡ πτωχεία δέν στάθηκε ἐμπόδιο γιά τήν πίστη τους στό Θεό καί τήν εὐλάβειά τους. Πολλοί ἄλλωστε ἅγιοι, ὅπως μανθάνουμε ἀπό τά Συναξάρια εἶχαν γονεῖς πτωχούς καί εὐσεβεῖς. Ἰδιαίτερα, ἡ πολύτεκνη μητέρα τοῦ Ἁγίου ἐκεῖ στό σπίτι τους στή Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης (ὁ ἅγιος γεννήθηκε τήν 1η Ὀκτωβρίου 1846) δίδασκε τόν μικρόν Ἀναστάσιον τά διδάγματα τῆς πίστεως καί ὡς γράφει ὁ πρῶτος βιογράφος τοῦ Ἁγίου, ὁ ἁγιορείτης μοναχός Ἀβιμέλεχ: «Ἀπό πεντατετοῦς ἡλικίας, διδασκόμενος παρά τῆς Μητρός του (εὐσεβεστάτης οὔσης) μεταξύ τῶν ἄλλων καί τόν πεντηκοστόν τοῦ Δαβίδ ψαλμόν «Ἐλέησόν με ὁ Θεός», ὅταν ἔφθανεν εἰς τόν στίχον «Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου», ἐπανελάμβανε τόν στίχον συχνότερον, καί οἱονεί ἐξῃτεῖτο διά τούτου τά μέσα τῆς παιδείας καί μαθήσεως, καθυποσχόμενος τρόπόν τινα, ὅτι θά διδάξῃ, προορῶν τό μέλλον ἐκ θείας νεύσεως.
Ἀφοῦ ἔφθασεν εἰς ἡλικίαν ἑπτά ἐτῶν, ἠγόραζε χάρτην καί συνέρραπτεν αὐτόν, ἐρωτώμενος δέ ὑπό τῆς Μητρός του τί ἔκαμεν οὕτω τόν χάρτην, τῇ ἀπεκρίνετο, ὅτι ἤθελε νά κάμνῃ βιβλία, νά γράφῃ τά λόγια τοῦ Θεοῦ.
Μεταβαίνων δέ εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί ἀκούων τόν Θεῖον λόγον, ἐπιστρέφων εἰς τήν οἰκίαν, εἶχεν αὐτόν εἰς τήν μνήμην του τόσον, ὥστε ὅπου ἐδιηγεῖτο πάντα, ὡς τά ἤκουε τά θεῖα λόγια. Καί οὐ μόνον τοῦτο, ἀλλά ἔκαμνε καί ἄμβωνας παιδικούς καί ἀνέβαινε ὡς ἄλλος Ἱεροκῆρυξ, ἅτινα ὅλα βεβαίως ἐσήμαινον τήν μέλλουσαν προκοπήν τοῦ Παιδός».
Οἱ «παιδικοί ἄμβωνες» δηλώνουν τόν μύχιο πόθο γιά τό σπουδαῖο διακόνημα τῆς ἐκφορᾶς καί κηρύξεως τοῦ θείου λόγου δηλωτικόν ὅτι ἡ ἱερά αὐτή ἐπιθυμία ἐμφυτεύεται ἀπό τόν Θεό στίς παιδικές ψυχές. Καί ἰσχύει, ἐν προκειμένῳ, ὁ εὐαγγελικός λόγος «Ἄφετε τά παιδία καί μή κωλύετε αὐτά ἐλθεῖν πρός με˙ τῶν γάρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 19,14).
Ἄγων τό 14ο ἔτος τῆς ἡλικίας του ὁ Ἅγιος βρέθηκε ἀπό τήν γενέτειρά του στή Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ρίχνεται στή βιοπάλη. Ἐργάζεται σέ μία ἀποθήκη καπνῶν μέ μόνη ἀμοιβή, στέγη στό πατάρι της καί βέβαια ἐλάχιστη τροφή. Ἐργαζόμενος ἀλλά καί προθυμότατος στή μελέτη. Γιά μία ἀκόμη φορά ἀποδεικνύεται ὅτι πολλάκις αὐτοί οἱ νέοι προοδεύουν καί ἀναδεικνύονται στή ζωή. Μάλιστα ἀπό τίς μελέτες του ὅσα ρητά καί ἀποφθέγματα θεωροῦσε ὅτι ἦσαν χρήσιμα καί ὠφέλιμα γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους τά κατέγραφε σέ σακκίδια καί περιτυλίγματα, σέ χαρτιά συσκευασίας καπνῶν καί ἄλλα μέν φύλαγε, ἄλλα δέ, τά προωθοῦσε στούς πελάτες πρός διδαχή. Εἶχε ἀπό τότε νέος ἀκόμη τήν αἴσθηση τῆς ὠφελείας τοῦ πλησίον. Ὁ ἴδιος στό πρόλογο τοῦ βιβλίου του μέ τόν τίτλο «Λογίων θησαύρισμα», ὅπου περιέχονται τά ἀποφθέγματα αὐτά, γράφει χαρακτηριστικά: «Τό ἀνά χεῖρας ἔργον, εἶναι προϊόν μακρᾶς καί συντόνου ἐργασίας καί ὀφείλεται εἰς πόθον διακαῆ προώρως ἀναπτυχθέντα πρός μετάδοσιν ὠφελίμων γνώσεων˙ διότι πρωτίστως ἤδη τό τοῦ διδασκάλου ἐζήλευσα ἔργον καί εἰς τοῦτο μετά προθυμίας ἀπεδόθην˙ τό ἔργον ὅμως πολύ τοῦ ζήλου ὑπέρτερον, διά τήν ἐμήν ἀνεπαρκῆ πρός τό ἔργον παρασκευήν˙ ἀλλ' ἡ ἐπιθυμία ἰσχυρά καί ἐπίμονος. Πρός πλήρωσιν δ' αὐτῆς ἔγνων νά ὠφεληθῶ ἐκ τοῦ θησαυροῦ τῶν προγόνων˙ οὗτος ἔκειτο πρόχειρος καί ὑπό τήν διάθεσίν μου, καί ἠδυνάμην νά θησαυρίσω˙ καί οὕτως ἡ ἐργασία ἤρξατο, καί συλλογή τις πενιχρά ρητῶν, γνωμῶν καί ἀποφθεγμάτων κατηρτίθη˙ ἀλλά καί ὁ τρόπος τῆς μεταδόσεως διά τήν ἔλλειψιν χρημάτων ἦν οὐχ ἧττον δυσχερής, καί ἐνόμισα, ὅτι ἠδυνάμην νά χρησιμοποιήσω ὡς δημοσιογραφικά φύλλα τά χάρτινα καπνοσακκίδια τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει καπνοπωλῶν.
Τό ἐπινόημα μοί ἐφάνη λυσιτελές καί εὐθύς σχεδόν ἐτέθη εἰς ἐνέργειαν, καί ἐπί ἱκανοῦ ἀριθμοῦ τοιούτων φύλλων ἔγραφον καθ' ἑκάστην διάφορα ἐκ τῶν ἀποθησαυρισθέντων γνωμικῶν, ὅπως οἱ χρώμενοι τούτων ἐκ περιεργείας ἀναγινώσκοντες τά γεγραμμένα διδάσκονται τά σοφά καί ὠφέλιμα˙ καί αὕτη ὑπῆρξεν ἡ ἀρχή τοῦ ἀνά χεῖρας βιβλίου, καί τῷ πόθῳ τούτῳ ὀφείλεται».
Ἀλλά καί ἕνα ἄλλο στοιχεῖο ἀναδεικνύεται μέ τίς μελέτες τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Πρόκειται γιά τό γεγονός ὅτι ἔχουμε ἐνώπιόν μας τήν εὐεργετική σύνθεση τῆς κλασικῆς γραμματείας, τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς χριστιανικῆς παιδείας μέ τά συγγράμματα τῶν ἑλλήνων καί θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι τοῦτο ἕνα ὕψιστο εὐεργέτημα γιά τόν πολιτισμό.
Ἔπειτα βλέπουμε τόν Ἅγιο δάσκαλο στό χωριό Λιθί τῆς Χίου. Πάντοτε ἄλλωστε τοῦ ἁγίου τοῦ ἄρεσε ἡ διδακτική. Συνάμα δείχνει ὅτι τό λειτούργημα τοῦ διδασκάλου ἀποπνέει σεβασμό. Ἀκόμη ἐκεῖ στή νῆσο Χίο ἔλαβε καί τήν μεγάλη ἀπόφαση τῆς ἀφιέρωσής του στό Θεό. Γνωρίστηκε στή Νέα Μονή μέ Πατέρες καί ἀσκητές τοῦ «Κολλυβαδικοῦ κινήματος» καί ἰδιαίτερα μέ τόν διακριτικό Γέροντα Παχώμιο Ἀρελᾶ (†1905) πού βρισκόταν στό Προβάτειο Ὄρος μέ τόν ὁποῖο ἔζησε μέρες πνευματικῶν ἀνατάσεων. Πολύ σπουδαία τυγχάνει καί ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου πρός τά πνευματικά τέκνα τοῦ γέροντος Παχωμίου μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, ὅπου ἐκθειάζει τήν ἀξία καί τήν σημασία τοῦ ἐναρέτου πνευματικοῦ πατρός, ὡς ἦταν ὁ ἀοίδιμος Παχώμιος. Ὅλα αὐτά δείχνουν ὅτι οἱ πνευματικοί καί ἐνάρετοι ἄνδρες ἔχουν ἐπικοινωνία ἐν Χριστῷ καί σύνδεσμός τους δέν εἶναι ἄλλος παρά ἡ κατά Χριστόν καλλιέργεια καί ἀνάβαση.
Μία ἄλλη λεπτομέρεια εἶναι ἡ παρουσία στή ζωή τοῦ Ἁγίου τῶν Εὐεργετῶν ἀδελφῶν Χωρέμη καί Χαραλ. Σακκόπουλου, οἱ ὁποῖοι βοήθησαν παντοιοτρόπως τόν πτωχό ἅγιο. Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ πάντοτε ἐνεργεῖ καί φωτίζει συνανθρώπους μας γιά ἀγαθά ἔργα. Τό ἴδιο συνέβη καί στή περίπτωση τοῦ διορισμοῦ τοῦ Ἁγίου ὡς ἱεροκήρυκα μέ τήν ἀπροσδόκητη παρουσία καί παρέμβαση τοῦ Δημάρχου Ἀθηναίων, τοῦ ἀξιολόγου Μιχαήλ Μελᾶ, στό Ὑπουργεῖο τῶν Ἐκκλησιαστικῶν, ἐπιλύοντας τίς γραφειοκρατικές δυσκολίες. Γράφει συγκεκριμένα ὁ ἐκ τῶν πρώτων βιογράφων Ἰωακείμ Σπετσιέρης τό ἔτος 1929: «Ὁ Νεκτάριος ἐλθών εἰς τάς Ἀθήνας ἐστερεῖτο παντελῶς χρημάτων, διότι, ὃ,τι ἐπορίζετο ἐν τῇ Αἰγύπτῳ διένειμε εἰς τούς πτωχούς, καί ἐξέδιδε συγγράμματα ὠφέλιμα πρός τό χριστιανικόν πλήρωμα τοσοῦτον δέ ἀφιλοχρήματος ἦτο, ὥστε πολλοί ἔλεγον˙ «χρήματα καί Πενταπόλεως δύο πράγματα ἀντίθετα» ἐνῷ δέ ἐστερεῖτο καί αὐτοῦ τοῦ ἡμερησίου ἄρτου, παρ' οὐδενός ἐζήτει τι, οὔτε ἔλεγεν ὅτι στερεῖται, ἀναμένων μετά πεποιθήσεως τήν θείαν ἀντίληψιν.
Διηυθύνθη δ' οὕτω εἰς τό ὑπουργεῖον τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί παρεκάλεσε τόν ὑπουργόν, ἵνα διορίσῃ τοῦτον ἱεροκήρυκα εἰς τινα ἐπαρχίαν, ὡς ἔχοντα πάντα τά προσόντα διά τήν θέσιν ταύτην˙ πλήν ἐκεῖνος ἀπεκρίθη, ὅτι δέν δύναται νά πράξῃ τοῦτο διότι στερεῖται Ἑλληνικῆς ὑπηκοότητος ἄν καί ἔχῃ τό Κράτος ἀνάγκην Ἱεροκηρύκων. Τοσοῦτον δέ συνεκίνησαν οἱ λόγοι οὗτοι τόν ἀείμνηστον Πενταπόλεως, ὥστε ἐδάκρυσεν.
Ἀποχαιρετήσας τέλος τόν ὑπουργόν κατήρχετο τήν κλίμακα τοῦ ὑπουργείου λίαν συγκεκινημένος, ὅτε ἀνήρχετο ὁ γέρων Μελᾶς ὅστις χαιρετήσας τοῦτον ἐρωτᾶ «τί συμβαίνει, Πανιερώτατε, καί εἶσθε λίαν συγκεκινημένος;» «ἐπορεύθην, ἀπήντησεν οὗτος, πρός τόν ὑπουργόν, καί τόν παρεκάλεσα, ὅπως μέ διορίσῃ Ἱεροκήρυκα, ἀλλά μοί εἶπε, ὅτι στεροῦμαι Ἑλληνικῆς ὑπηκοότητος». «Ἐπιστρέψατε, φωνεῖ ὁ Μελᾶς, καί σᾶς παρακαλῶ θερμῶς, ὅπως πορευθῶμεν ἀμφότεροι πρός αὐτόν»˙ ὡς δέ παρουσιάσθησαν λέγει ὁ Μελᾶς πρός τόν ὑπουργόν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν: «Κύριε ὑπουργέ διατί δέν διορίζετε τόν Πανιερώτατον, Ἱεροκήρυκα, ὅστις ἔχει ὅλα τά προσόντα καί αὐτήν τήν πρότασιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου;» «διότι στερεῖται», ἀπεκρίθη ὁ ὑπουργός, «Ἑλληνικῆς ὑπηκοότητος» «Ἑλληνικήν ὑπηκοότητα, ἀνταπήντησεν ὁ Μελᾶς, ζητεῖς ἀπό τόν Πανιερώτατον, ὅστις ἐσπούδασεν ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ τῶν Ἀθηνῶν καί ἔχει πτυχίον τῆς Θεολογικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Σχολῆς; καί ἐάν δέν διορίσῃς τοῦτον, ποῖον θά διορίσῃς»; ἐπείσθη τέλος ὁ ὑπουργός καί αὐθημερόν συνετάχθη τό διάταγμα τοῦ διορισμοῦ.
Ταῦτα διηγήθη πρός με αὐτός ὁ ἴδιος Νεκτάριος, προσθέσας ὅτι «ὁ Θεός ἀπέστειλεν τόν κύριον Μελᾶν καί μέ συνήντησεν ἐνῶ κατηρχόμην τήν κλίμακα τοῦ ὑπουργείου τῶν Ἐκκλησιαστικῶν».
*
Μιά ἄλλη λεπτομέρεια οὐσίας πού βρίσκεται στή φιλομάθεια τοῦ Ἁγίου εἶναι καί ἡ ἐκμάθηση τῆς γαλλικῆς γλώσσας. Στήν βιβλιοθήκη του ὅπου εὑρίσκεται στό δωμάτιο τοῦ Ἁγίου στήν Αἴγινα ὑπάρχουν πολλά γαλλικά βιβλία ὡς καί ἡ «Grande Encyclopedie». Ἐπίσης πρέπει νά ἐπισημανθεῖ ὅτι ἔλαβε τό πτυχίο τοῦ Προλύτη τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό ὁποῖο ἦταν τότε, τό 1885, ἰσότιμο μέ τό δίπλωμα τοῦ διδάκτορος. Λόγιος ὁ ἅγιος. Ἐμβριθεῖς γνώστης τῆς θύραθεν καί τῆς χριστιανικῆς παιδείας ἀποδεικνύοντας τόν ἄριστο συνδυασμό ράσου καί γραμμάτων. Ὁλόκληρη βιβλιοθήκη ἀποτελοῦν μάλιστα τά ἔργα του, τά δοκίμια, τά ἄρθρα του.
Ἄλλη λεπτομέρεια εἶναι τό γεγονός ὅτι στήν Ἀθήνα, ὡς διάκονος κήρυττε τόν θεῖο λόγο. Μάλιστα στό βιβλίο του «Δέκα λόγοι ἐκκλησιαστικοί διά τήν Μεγάλην Τεσσαρακοστήν» πού ἐξεδόθη τό 1885 ἀναφέρεται ὅτι ἦταν ἱεροδιάκονος. Εἶναι καί αὐτό χαρακτηριστικό στοιχεῖο τοῦ ἔνθεου ζήλου του γιά τήν διακονία τοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἦταν ἀδύνατον τό Εὐαγγέλιο νά παραμένει «κλειστό».
Ἄλλο σημεῖο εἶναι ὅτι ὅταν μετά ἀπό ταλαιπωρίες διορίστηκε τελικά ἱεροκήρυκας στούς νομούς Φθιωτιδοφωκίδας καί Εὐβοίας οὐδόλως παρέμεινε ἀργός ἤ ἕνας «τυπικός» ὑπαλληλικοῦ τύπου ἱεροκήρυκας.
Ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε σπουδαία δράση μέ ἔνθεο ζῆλο καί πνεῦμα διάκρισης ἐπισκεπτόμενος πόλεις καί χωρία ἱερουργῶντας, κηρύττοντας καί ποικιλότροπα βοηθῶντας τούς συνανθρώπους του. Μία λεπτομέρεια ἀξιοπρόσεκτη εἶναι ἡ ὁμιλία του τό 1893 στό Γυμναστικό Σύλλογο Κύμης μέ θέμα: «Περί γυμναστικῆς» καί ἡ ὁμιλία του πρός τούς μαθητές τοῦ Γυμνασίου Λαμίας μέ θέμα: «Λόγος πρός τούς ἐφήβους». Αὐτά δείχνουν τήν εὐρύτητα τοῦ πνεύματός του.
Ὁ Ἅγιος, ἐπίσης, ὑπῆρξε ὑπόδειγμα Διευθυντοῦ στή Ριζάρειο Ἐκκλησιαστική Σχολή ἐπὶ 14 χρόνια. Τρία περιστατικά μικρά ἀλλά μεγάλα σέ πνευματικότητα ἀξίζει ν' ἀναφέρουμε: Ὅταν ἕνας σπουδαστής ἔκανε ἕνα σοβαρό παράπτωμα, ὁ Ἅγιος θεώρησε τόν ἑαυτό του ὑπεύθυνο καί προχώρησε σέ αὐστηρή νηστεία μή προσερχόμενος οὐδόλως στήν τράπεζα. Τό μέτρο αὐτό πραγματικά συνέτισε τούς σπουδαστές. Ἄλλη φορά, ὅταν ἀσθένησε ὁ ἐπιμελητής τῆς Σχολῆς δέν δίστασε ὁ ἴδιος νά καθαρίζει τούς ἰδιαίτερους χώρους γιά νά μή ὁδηγηθεῖ στήν ἀπόλυση ὁ ἐργαζόμενος. Καί τό τρίτο γεγονός εἶναι ὅτι πολλές φορές, ὁ Ἅγιος τίς νύκτες, ἔβγαινε ἔξω στόν κῆπο καί κάτω ἀπό τά δένδρα χωρίς νά τόν βλέπει κανείς, προσευχόταν γιά ὅλους τούς διδάσκοντες καί διδασκομένους τῆς Σχολῆς, ἀλλά καί γιά ὁλόκληρη τήν πόλη τῶν Ἀθηνῶν. Παραδείγματα ὑψίστης πνευματικότητας, ταπεινοφροσύνης καί διαπαιδαγώγησης.
Λεπτομέρεια οὐσίας εἶναι ἀκόμη ἡ ἐπικοινωνία του μέ σπουδαῖες μορφές, ὅπως τόν ἅγιο παπά-Νικόλα τόν Πλανᾶ, τούς Ἀλεξ. Παπαδιαμάντη καί Ἀλ. Μωραϊτίδη, τόν γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτη, τόν μοναχό Ἀβιμελέχ Μπονάκη κοντά στά Καυσοκαλύβια, τόν Σεβ. Ἱερόθεο Μητρόπουλο, ἀρχιεπίσκοπο Πατρῶν καί Ἠλείας, τόν π. Εὐσέβιο Ματθόπουλο, τόν π. Πανάρετο Δουληγέρη, τόν π. Ἱερώνυμο Σιμωνοπετρίτη κἄ. Αὐτές οἱ ἐπικοινωνίες δέν ἦταν τυπικές ἤ ἁπλῶς φιλικές. Ἦταν συναντήσεις πνευματικοῦ περιεχομένου, ὠφελίμων λόγων προσευχῆς καί ἱεροῦ στοχασμοῦ. Ἰσχύει, ἐν προκειμένῳ, ἐκεῖνο τῶν ἀρχαίων χρόνων: «Ἀββᾶ, εἶπε λόγον», ὅταν γινόντουσαν τέτοιας μορφῆς συναντήσεις.
Λεπτομέρειες πού δείχνουν τό κεφάλαιο ἀρετῶν του ἔχουν καί ἐπισκέψεις στήν Πάτρα, στό Λαύριο, στή Σκόπελο, στή Πάρο, στή Σύρο, στήν Τῆνο καί ἀλλαχοῦ. Χαρακτηριστική ἦταν ἡ μετάβασή του στή Τῆνο, ἀρχές τοῦ μηνός Ἰουλίου τοῦ 1901. Ὅταν ἐπῆγε στή νῆσο, ὁ τοπικός τύπος δέν ἔκαμνε καμμία ἀναφορά. Ὁ ἅγιος προσκύνησε στήν Παναγία τήν Μεγαλόχαρη, ἐπεσκέφθη τό μοναστήρι τοῦ Κεχροβουνίου, τέλεσε Θ. Λειτουργία, κήρυξε τόν θεῖο λόγο. Δέν ἔμεινε γιά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ἐκ τῶν ὑστέρων, ἡ τοπική ἐφημερίδα «Πρόοδος» (14.7.1901) ἔγραφε τά παρακάτω: «Ἀνεχώρησε τήν παρελθ. Τρίτην ἐπιστρέφων εἰς Ἀθήνας ὁ Σ. Μητροπολίτης Πενταπόλεως καί διευθυντής τῆς Ριζαρείου Σχολῆς Κος Νεκτάριος Κεφαλᾶς, συνοδευθείς μέχρι τοῦ ἀτμοπλοίου ὑπό τοῦ κλήρου τοῦ Ἱ. Ἱδρύματος καί τῆς πόλεώς μας καί ὑπό τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱ. Ναοῦ Εὐαγγελιστρίας. Κατά τό δεκαήμερον διάστημα τῆς ἐνταῦθα διαμονῆς του ἐπεσκέφθη τήν ἐν Κεχροβουνίῳ Γυναικείαν Μονήν, ἐπί διήμερον παραμείνας ἐν αὐτῇ. Ὡμίλησε δέ ἐν τῇ θείᾳ λειτουργίᾳ περί τῆς κατά Θεόν πολιτείας, τῶν μοναζουσῶν καί ἐν γένει περί τοῦ βίου τόν ὁποῖον πρέπει νά διάγωσιν οἱ μοναχοί, ἵνα τῆς Οὐρανίου ἀξιωθῶσιν βασιλείας. Ἐξεφράζετο δέ εὐμενέστατα κατά τήν ἐκ τῆς Μονῆς ἐπιστροφήν του περί τῶν ἀγαθῶν ἐκείνων πλασμάτων τῶν ἐν ἀρετῇ ὄντως χριστιανικῇ πολιτευομένων.
Ἐπίσης ἐν συρροῇ μεγίστῃ προκληθείσῃ ἐξ εἰδοποιήσεως τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱ. Ἱδρύματος ὡμίλησεν ὁ Ἅγιος Πενταπόλεως ἐν τῷ Ἱ. Ναῷ τῆς Εὐαγγελιστρίας τήν παρελθ. Κυριακήν κατά τήν θείαν λειτουργίαν. Ὡς θέμα τοῦ λόγου του ἔλαβε περικοπήν τινα τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἡμέρας ἐκείνης: «Ὑμεῖς ἐστέ τό φῶς τοῦ κόσμου», ὅπερ ὁ Χριστός πρός τούς μαθητάς αὐτοῦ εἶπεν ἕν τινι διδασκαλίᾳ του γενομένη εἰς ὄρος τι τοῦ ὁποίου τό ὄνομα δέν ἀναφέρουσιν οἱ Εὐαγγελισταί».
Ἐν προκειμένῳ, μίλησε ἡ πράξη, ὅπως ἐκφραζόταν μέ τήν εὐλαβεστάτη βιοτή του.
*
Ἄν ἔλθουμε τώρα στήν Ἱ. Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος πού ἵδρυσε στή θέση «Ξάντος» στήν Αἴγινα καί ἀπό τίς πολλές λεπτομέρειες τῆς ἐκεῖ βιοτῆς του διακρίνουμε μερικές πολύ χαρακτηριστικές ἀλλά μέ βαθύτερο νόημα. Ἀναφέρουμε τίς χειρωνακτικές ἐργασίες ἀπό τόν ἴδιο, ὅπως ἐπίσης τήν καλλιέργεια τῶν κήπων, τίς περιοδεῖες του σέ φτωχές οἰκογένειες στή νῆσο πρός παντός εἴδους ἐνίσχυση, τήν ἐπιλογή ὡς ἡγουμένης μιᾶς τυφλῆς, τῆς Ξένης μοναχῆς «διά τήν σύνεσιν καί τήν ἀρετήν αὐτῆς». Νά προσθέσουμε τίς δεήσεις του γονατιστός στόν Ἐσταυρωμένο τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καί τίς προσευχές του στήν Παναγία στό κελί του. Καί τέλος τό ἀτάραχον τῆς συμπεριφορᾶς του καί τήν ἀνεξικακία του στή δοκιμασία πού ὑπέστη μέ τήν ψευδῆ καταμήνυση καί συκοφαντία ἐναντίον του. Ὁ Θεός ἀπένειμε τήν δικαιοσύνη, ἐν προκειμένῳ.
Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ Ἅγιος δοκίμασε τή θλίψη τόσο στά χρόνια, πού διηκόνησε στό Πατριαρχεῖο τῆς Ἀλεξάνδρειας, ὅσο καί σέ κατοπινά χρόνια μέ ποικίλες ἀντιξοότητες, συκοφαντίες καί δοκιμασίες τῆς ζωῆς. Ἤπιε πολλά πικρά ποτήρια ἀπό ψευδαδέλφους, ἀπό πρόσωπα τῆς ἐξουσίας, ἀπό ἀσεβεῖς καί ἀνευλαβεῖς συνανθρώπους του. «Γλυκό ψωμί δέν ἔφαγε» στή ζωή του. Ὅμως, ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης, ἤξερε νά λέγει: «Ὑπὲρ ἐμαυτοῦ οὐκ ἀπολογήσομαι. Προσευχηθεῖτε ὑπὲρ τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ (γιά τόν ἀνακριτή). Καί γι’ αὐτὸν ἐσταυρώθη ὁ Κύριος» καί σέ ἄλλη περίπτωση «Οὐδέποτε περὶ οὐδενὸς ἐμελέτησα κακόν, μόνον τὸ ἀγαθὸν ἐμελέτησα καθ’ ὅλην τὴν ζωήν μου». Ὅλες τίς ἀδικίες σέ βάρος του τίς ὑπέμεινε ἀγόγγυστα μέ τήν ὑπομονή τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν βαθυτάτη πίστη του, μέ τό ταπεινό φρόνημα καί μέ τίς ἀδιάλειπτες προσευχές του. Καί πράγματι, ἴδιον τοῦ Ἁγίου ἦταν ἡ ὑπομονή. Εἶχε μεγάλη ὑπομονή καί καρτερία ἀφήνοντας καί στόν σύγχρονο πονεμένο καί κουρασμένο ἄνθρωπο μέγα ὑπόδειγμα. Ἰδού τί ἔλεγε:
«Ἂς ἀνδρισθῶμεν καὶ ἂς ὑπομείνωμεν ὀλίγον, ἵνα τύχωμεν τῆς οὐρανίου χαρᾶς καὶ τῆς θείας δόξης. Φιλοσοφήσωμεν ἐπὶ τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου, ὅπως ἀπαθέστεροι προβῶμεν. Ἐλπίσωμεν ἐπὶ τόν Θεὸν καὶ Αὐτός, ὁ τὸν παράλυτον θεραπεύσας, θέλει βοηθήσει καὶ ἡμᾶς πάσχοντας. Μικρὸν ἔτι καὶ ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἔρχεται. Ὑπομείνωμεν ἔτι ὀλίγον διὰ τὴν οὐράνιον βασιλείαν. Ὁ γὰρ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται».
Καί γιά τήν καρτερία ἔλεγε: «Καρτερία, ὑπομονὴ λύπης ἕνεκα τοῦ καλοῦ· ὑπομονὴ πόνων ἕνεκα τοῦ ἀγαθοῦ. Ἡ καρτερία ἐνθαρρύνει τὸν ἄνθρωπον φέρειν γεναίως τὰ δεινά, τὰς λύπας καὶ τὰς ἀντιξόους τοῦ βίου ἐπιδρομάς καὶ ἐνισχύει αὐτὸν ἐν τῷ ἀγῶνι τοῦ βίου, ἵνα μὴ περιτραπῇ ἐκ τῆς τοῦ κλύδωνος ἐπιφορᾶς, μηδὲ ἀποβάλῃ, ὧν τι φέρει ἀγωγίμων τῆς ἀρετῆς. Ὁ καρτερικὸς εἶναι γενναῖος, θαρραλέος, ὑπομένει τὰς θλίψεις καὶ ἐλπίζει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτοῦ». Καί μία ἀκόμη λεπτομέρεια τοῦ ἤθους του ἦταν ἡ μετάβασή του καί ἡ νοσηλεία του στό Ἀρεταίειο νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν τό 1920. Νοσηλεύθηκε ὡς ἕνας ἁπλός μοναχός σέ θάλαμο γιά τούς ἄπορους, ἀγνοούμενος ἀπ' ὅλους. Ἀλλ' ἐκεῖ, ὁ Θεός φανέρωσε καί τήν ἁγιότητά του, ὅταν μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του εὐωδίασε τό ἱερό λείψανό του καί ὅλος ὁ θάλαμος τοῦ νοσοκομείου ἀλλά ἐκεῖ ἔγινε καί τό γνωστό πρῶτο θαῦμα.
Ὅλα αὐτά καταδεικνύουν μέσα ἀπό ὀλίγες μόνον λεπτομέρειες τοῦ βίου του, πού ἐξεθέσαμε, ὅτι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως εἶναι, τῷ ὄντι, μία μεγάλη πατερική μορφή. Εἶναι ἀναμφισβήτητα ὁ χαριτόβρυτος ἅγιος τῶν ἀρετῶν. Ὑπέστη στή ζωή του πικρίες καί ἀδικίες, δοκίμασε φτώχεια καί ταλαιπωρίες ἀλλά κέρδισε τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς ἁγιότητας.
Ἀλήθεια, ἐκεῖνο τό ἱλαρό βλέμμα του, πόσα δέν ἔχει νά μᾶς πεῖ.