ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ «ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΙΑΤΡΙΣΣΑΣ» ΤΑΫΓΕΤΟΥ 8-9-2025
Δέσποτα ἅγιε εὐλόγησον,
Μετά τόν Θεάνθρωπο Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἡ πιό γλυκειά μορφή γιά τούς πιστούς χριστιανούς εἶναι τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ἀπό τήν πρώτη στιγμή, πού ἀναφέρεται στήν Ἁγία Γραφή τό ὄνομα τῆς Παναγίας, αὐτό περιβάλλεται μέ ἐξαιρετική τιμή. Ἡ γέννησή Της, ὅλα τά σπουδαῖα γεγονότα τῆς ζωῆς Της καί αὐτή ἀκόμη ἡ Κοίμησή Της, ὅλα εἶναι χαρά καί πανήγυρις γιά τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐπακριβῶς καί ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος τό προφήτευσε: «Μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. 1,48). Σ' Αὐτήν ἔχουν πλήρη ἐφαρμογή οἱ λόγοι τοῦ θεοπνεύστου σοφοῦ: «Πολλαί θυγατέρες ἐκτήσατο πλοῦτον, πολλαί ἐποίησαν δύναμιν, σύ δέ, ὑπέρκεισαι καί ὑπερῆρας πάσας» (Παροιμ. 31,29).
Ἐκεῖνο, βεβαίως, στό ὁποῖο κυρίως ἡ Παναγία ἔχει ξεπεράσει ὅλες τίς γυναῖκες τοῦ κόσμου, εἶναι τό ὅτι ἀνεδείχθη «σκηνή τοῦ Θεοῦ καί Λόγου». Αὐτό εἶναι τιμή ὑψίστη καί μοναδική στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Αὐτή μόνη ἀπ' ὅλες τίς γυναῖκες ἀξιώθηκε νά βαστάσῃ «τόν βαστάζοντα πάντα» καί νά Τόν γαλουχήσῃ. Καί αὐτή τώρα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Μήτηρ Θεοῦ, «ὡς μητρικήν παρρησίαν πρός Αὐτόν κεκτημένη», μπορεῖ νά μεσιτεύῃ καί ὄντως μεσιτεύει γιά τόν καθένα μας καί γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο. Εἶναι ἡ «ἁγία ἁγίων μείζων», εἶναι ἡ «τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ».
Τό πρόσωπό της ἁπλώνει φῶς καί χάρι. Ἡ ἀγκαλιά της, θρόνος γι' ὅλους μας. Τά χέρια της, ὁδηγητικά. Ἡ καρδιά της, θυμιατήρι διακονίας. Τά χείλη της, τῆς ὑπακοῆς στό θεῖο θέλημα. Ἡ φωνή της μεσιτεία, δέηση, ἱκεσία. Οἱ ὀφθαλμοί της δακρυσμένοι, ἀλλά τό βλέμμα της ἅγιο, παρήγορο, ἐλπιδοφόρο. Τά ὀνόματά της: Κεχαριτωμένη, Πλατυτέρα, Μεγαλόχαρη, Ὁδηγήτρια, Παρηγορήτρια, Μεσίτρια, Βρεφοκρατοῦσα, Δεομένη, Παραμυθία, Παντοβασίλισσα, Γοργοεπήκοος, Πάντων Χαρά, Γιάτρισσα καί τόσα ἄλλα. Οἱ εἰκόνες της: Ἱεροσολυμίτισσα, Ἄξιον Ἐστίν, Πορταΐτισσα, Κουκουζέλισσα, Τριχεροῦσα, Φοβερά Προστασία, Χοζοβιώτισσα, Ἑκατονταπυλιανή, Σουμελᾶ, Προυσιώτισσα, Μυρτιδιώτισσα καί πλῆθος ἄλλων εἰκόνων της.
*
Ἄς ἀναφερθοῦμε ὅμως στά ἰδιαίτερα χαρίσματά της. Γι' αὐτά τά χαρίσματα καί ἀξίως καί δικαίως τήν μακαρίζομεν καί αὐτά ἀποτελοῦν γιά ὅλους μας μεγάλη διδαχή.
Τό πρῶτο χάρισμα εἶναι ἡ πίστη στόν ἀληθινό Θεό. Μία πίστη ἀκλόνητη, ζῶσα, θεμελιώδη. Ἡ πίστη αὐτή προέρχεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ Παναγία ἠγάπησε τόν Θεόν ἐνδομύχως καί βαθέως παιδιόθεν. Γι' αὐτό καί στήν πρόσκληση τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ὃ,τι αὐτή ἐπελέγη ἀπό τά ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν γιά νά ὑπηρετήσει τό Μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀπαντᾶ μέ μία λέξη: «Ἰδού». Εἶμαι ἐδῶ, νά ὑπηρετήσω τό θεῖο θέλημα, ἕτοιμη πρός ἐπιτέλεσιν τῶν ἐντολῶν τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτό τό «ἰδού» εἶναι ἡ συνείδηση τῆς ζωντανῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.
Μετά τήν πίστη, ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τό ἄλλο χάρισμα τῆς Παναγίας. Πάλιν διαβάζουμε στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ὅτι δίπλα στό «ἰδού», εἶναι συνέχεια τά λόγια της, «ἡ δούλη Κυρίου». Πράγματι, ἔτρεφε ἡ Μαριάμ, ἡ Παναγία, μία βαθειά ταπεινοφροσύνη στήν καρδιά της, ὥστε θεωροῦσε ἑαυτήν κατωτέρα ἀπ' ὅλους τούς ἀνθρώπους καί οὐδεμία εἶχε ἀπαίτηση γιά τόν ἑαυτόν της, παρά μόνο νά ζεῖ μέ κάθε ἁπλότητα καί πολλή σεμνότητα ὡς ἄγνωστη καί λησμονημένη.
Ἀλήθεια, πρός ποιά ἄλλη γυναῖκα ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ εἶπε τόν θαυμάσιο ἐκεῖνο οὐράνιο χαιρετισμό: «Χαῖρε Κεχαριτωμένη» καί «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί»; Ποιός ἄλλος ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς τιμήθηκε μέ τόση οὐράνια τιμή; Καί ὅμως, ἡ Παναγία δέν ὑπερηφανεύεται, δέν ἀνεβαίνει μέσα της καμμιά ἀλαζονεία, κανένας ἐγωϊσμός, ἀλλά βυθίζεται μέσα στό ἱερό δέος τῶν ἀληθινά ταπεινῶν ψυχῶν. Οὐδεμία λέξη φιλαρέσκειας. Συναισθάνεται ὅτι δέν τῆς ἀξίζουν οἱ θεῖες τιμές. Εἶναι τόση ἡ ταπεινοφροσύνη της, ὥστε ἔχει τήν δύναμη νά νοιώθει τήν μεγάλη αὐτή τιμή πού τῆς κάμνει ὁ Θεός, ὄχι σάν ἀνταμοιβή τῆς ἀρετῆς της, ἀλλ' ὡς μία ἀνεξήγητη θεία συγκατάβαση. Ὅσον ὁ Θεός τήν τιμᾶ, τόσον ἐκείνη ταπεινώνεται. Σπεύδει ν' ἀποδώσει τά πάντα στόν Ὕψιστο γι' αὐτό καί λέγει: «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον».
Δίπλα στήν ταπείνωση εἶναι καί ἄλλο χάρισμά της. Ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα. Τί εἶπε; «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου» (Λουκ. 1,38). Ἔτσι ἀπαντᾶ στόν οὐράνιο ἀγγελιοφόρο, ὅταν ἐπείσθη φρονίμως ὅτι ἡ Γέννηση τοῦ Παιδιοῦ θά ἦταν «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου». Νά γίνει σέ μένα, εἶπε ἡ Παναγία στόν ἀρχάγγελο, σύμφωνα μέ αὐτό, πού εἶπες. Κατάλαβε ὅτι ἦταν θεία προσταγή νά ὑπηρετήσει ἐκείνη τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Μπροστά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὑποτάσσεται, κλίνει τήν κεφαλή, ὑπακούει.
Ἕνα ἄλλο χάρισμα τῆς Παναγίας εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς καρδίας της, ἡ ἁγνεία, ἡ παρθενία της, ἡ «μόνη ἄμωμος ἐν γυναιξί καί καλή», ἡ πανάχραντος. Ἀλήθεια, πόσον ἁγνή, πόσον ἀμόλυντος καί καθαρά ἔπρεπε νά ἦταν ἡ κόρη ἐκείνη πού θά ἐκαλεῖτο νά καταστεῖ θρόνος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγκαλιά της! Καί ἰδού «τό ἄνθος τό τῆς παρθενίας», ἡ μοναδική σ' ὅλους τούς αἰῶνες, ἡ Παναγία, σέ τέτοιο βαθμό νά εἶναι ἠθικῶς καθαρή, ὥστε ἁγνότητα καί Παναγία νά θεωροῦνται ὡς λέξεις ταυτόσημοι. Ὁ Ἱ. Δαμασκηνός ὑπέροχα γράφει: «Ὡς θυγάτριον ἱερώτατον τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννης, πού διέφυγες τάς ἀρχάς καί τάς ἐξουσίας καί τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ..., πού ἐτηρήθης ἄμωμον διά νά γίνῃς νύμφη τοῦ Θεοῦ καί μητέρα κατά τό ἀνθρώπινον τοῦ Θεοῦ... Ὦ θεῖον ἔμψυχον ἄγαλμα, εἰς τό ὁποῖον ηὐφράνθη ὁ δημιουργός Θεός. Νοῦν μέν εἶχες θεοκυβέρνητον καί εἰς μόνον τόν Θεόν προσηλωμένον. Τούς λογισμούς δέ οἰκοδομητικούς καί ψυχωφελεῖς, ἐνῶ κάθε περιττόν καί ψυχοβλαβῆ τόν ἀπέρριπτες προτοῦ γεννηθῇ... Πῶς ἔτσι νά μή γίνῃς φοβερά καί εἰς αὐτάς τάς ἀποστατημένας πονηράς δυνάμεις;» (PG 96,672).
Καί βέβαια αὐτή ἡ καθαρότητα τῆς καρδίας της, αὐτή ἡ ἁγνότητά της, βρῆκαν τήν τελειοτέρα ἐκδήλωσή τους στήν ἀειπαρθενία της. Παρθένος πρό τόκου, κατά τόκον καί μετά τόκον. Ὡραιότατα τοῦτο συμβολίζεται μέ τούς τρεῖς ἀστέρες στή βυζαντινή εἰκονογραφία, στίς εἰκόνες τῆς Παναγίας.
Ἀκόμη εἶχε τό χάρισμα τῆς φρονήσεως. Αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τά λόγια της στόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «Καί πῶς ἔσται μοι τοῦτο ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω;» (Λουκ. 1,34). Ἐδῶ ἡ Παναγία θυμήθηκε τήν ἀφροσύνη τῆς Εὔας, θυμήθηκε τήν ἀπάτη τοῦ ὄφεως, τήν πλάνη. Τό ἐρώτημά της εἶναι σοβαρό καί ἱερό, γεμᾶτο σωφροσύνη. Καί ὁ ἀρχάγγελος ἐξηγεῖ: «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» (Λουκ. 1,35). Καί ἐδῶ διαπιστώνουμε τήν διαφορά τρόπου καί συμπεριφορᾶς, λόγων καί πράξεων μεταξύ τῆς πρώτης γυναίκας τῆς Εὔας καί τῆς Παναγίας. Ἡ Εὔα δίνει προσοχή καί ἐμπιστοσύνη στά λόγια τοῦ ὄφεως μέ εὐπιστία, ἐπιπολαιότητα καί ἀκρισία, ἐνῶ ἡ Παναγία δείχνει φρόνηση, σοφία καί σύνεση στά λόγια τοῦ ἀρχαγγέλου. Ἔτσι, ἡ μέν Εὔα γίνεται αἰτία θανάτου στήν ἀνθρωπότητα, γιατί δι' αὐτῆς εἰσῆλθε ὁ θάνατος στόν κόσμο, ἡ δέ Παναγία γίνεται αἰτία ζωῆς, διότι ἀπ' αὐτήν γεννήθηκε γιά μᾶς ἡ ζωή, δηλαδή ὁ Χριστός. Ἔτσι ἡ Παναγία ἔγινε ἡ «νέα Εὔα» πού ἐπανορθώνει τά σφάλματα τῆς πρώτης καί σφογγίζει τό δάκρυον αὐτῆς καί παύει τόν θρῆνο.
Ἔπειτα, εἶχε τό ὡραῖο χάρισμα τῆς νοικοκυρωσύνης, τῆς οἰκοδέσποινας. Τό χάρισμα τοῦτο εἶναι κάπως ἄγνωστο, ἀλλά σπουδαῖο. Ἡ οἰκογένεια ὅπου βρισκόταν ἡ Παναγία ἦταν θεία οἰκογένεια, μία οἰκογένεια, ὄχι ὅπως οἱ ἄλλες, ἀλλά μία οἰκογένεια ξεχωριστή. Ἦταν μία οἰκογένεια ἐπίγειος καί οὐράνιος. Καί ἐκεῖ στόν οἶκο της μέ κάθε εὐπρέπεια καί ἱερότητα, οἰκοδέσποινα ἡ Παναγία. Ὑπῆρξεν κατ' ἐξοχήν «οἰκουρός» στή στέγη της μέ τόν δίκαιο Ἰωσήφ, ὅπου καί γαλουχεῖ τόν Δεσπότην. Ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα τῆς οἰκίας της ἦταν ἀτμόσφαιρα σεβασμοῦ πρός τόν Κύριον, ἕνα κλίμα ἱερῶν καί ἁγίων συναισθημάτων.
Ἕνα ἄλλο χάρισμα ἦταν ἐκεῖνο τῆς σιωπῆς. Ἤξερε ἡ Παναγία νά σιωπαίνει. Λέγει τό Εὐαγγέλιο, ὅτι ἡ Παναγία ἄκουγε ὅλα τά θεῖα λόγια τοῦ Υἱοῦ της, τήν διδασκαλία Του, τίς ἐντολές Του καί «συνετήρει πάντα τά ρήματα Κυρίου» (Λουκ. 2,19). Ὅ,τι ἔλεγε ὁ Κύριος τά φύλασσε μέσα στήν ψυχή της, μέ τήν ἅγια σιωπή πού τήν διέκρινε πάντοτε. Γι' αὐτό καί δέν ἔχουν πολλούς λόγους τῆς Παναγίας τά Ἱερά Εὐαγγέλια. Ὡστόσο, ἡ χαρακτηριστική φράση της πού εἶπε στό γάμο τῆς Κανᾶ πρός τούς διακόνους κρύβει βαθύτατο νόημα: «Ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» (Ἰω. 2,5). Δηλαδή, ὅλοι μας νά πράττουμε ὅ,τι μᾶς λέγει ὁ Κύριος, ὁ αἰώνιος Διδάσκαλος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἄλλο σπουδαιότατο χάρισμα τῆς Παναγίας ἦταν ἐκεῖνο τῆς ὑπομονῆς. Πράγματι, μέ τήν ὑπομονή της ἀποκαλύπτεται ἡ τέλεια ἐμπιστοσύνη της, στή Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἀναγκάζεται νά φύγει στήν Αἴγυπτο μέ τό θεῖο Νήπιο καί ἔπειτα τήν βλέπουμε νά ὑπομένει τίς ραδιουργίες τῶν Φαρισαίων ἐναντίον τοῦ Ἀναμαρτήτου Κυρίου. Ὡστόσο, δέν ὀλιγοπιστεῖ, οὔτε ὀλιγοψυχεῖ καί τότε ἀκόμη, ὅταν ἀτενίζει προσηλωμένον ἐπί τοῦ Σταυροῦ τόν Κύριον καί Υἱόν της. «Εἱστήκει παρά τόν Σταυρόν» (Λουκ. 19,25) θλιμμένη, πονεμένη καί ὑπομένουσα, δίνοντας τό μέγα ὑπόδειγμα τῆς ὑπομονῆς.
Τέλος, νά προσθέσουμε καί τό ὑπέροχο χάρισμα τῆς προσευχῆς. Ἦταν ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ πάντοτε προσευχομένη. Ἀπό τά παιδικά της χρόνια στήν προσευχή εὕρισκε τροφή, καταφύγιο καί ἀγαλλίαση. Γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί διαποτισμένη ἀπό τό πνεῦμα της εἶχε ἀποθησαυρίσει μέσα της πολύ θησαυρό θείων νοημάτων. Ἰδιαίτερα οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαυΐδ καί οἱ ἄλλες προσευχές τῆς Π. Διαθήκης ἦταν τό καθημερινό της προσευχητικό ἀνάγνωσμα. Ἡ ἴδια μάλιστα τόσο ὑπέροχα τό διατυπώνει στήν Ὠδή της: «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί ἠγαλλίασε τό πνεῦμα μου ἐπί τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρι μου» (Λουκ. 1,46-47).
Ὅταν, μάλιστα, ἡ Παναγία ἔγινε Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ἡ προσευχή της ἔγινε ἐντονοτέρα καί ἐκτενεστέρα. Στά χείλη της ἀνέβαιναν λόγια εὐχαριστίας καί δοξολογίας. Καί ἐπιπλέον, ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων μᾶς γράφει ὃ,τι μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ἡ Παναγία ἦταν μαζί μέ τούς μαθητές στό ὑπερῶο καί ἐκεῖ προσηύχετο. «Οὗτοι πάντες οἱ μαθηταί ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδόν τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει σύν γυναιξί καί Μαρίᾳ τῇ μητρί τοῦ Ἰησοῦ καί σύν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ» (Πράξ. 1,14).
Καί συνέχισε ἡ Παναγία καί μετά τήν ἁγία Κοίμησή της νά εἶναι πάντοτε ἡ Δεομένη, ἡ Μεσίτρια πρός τόν Υἱόν της, ἡ δεομένη «ἀκαταπαύστως ὑπέρ πάσης ψυχῆς χριστιανῶν θλιβομένης τε καί καταπονουμένης».
*
Ἰδού, λοιπόν, ἀτενίζουμε, χριστιανοί μου, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, μέ τά τόσα ἅγια χαρίσματά της. Καθίσταται ἔτσι τό αἰώνιο πρότυπό μας γιά ὅλα αὐτὰ τά χαρίσματα καί τίς ἀρετές της. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν θεωροῦν, ὡς τήν Μητέρα τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, τό ὁποῖο ἀνεπλάσθη ἀπό τόν Χριστόν. Γι' αὐτό, ὅπου ὁ Χριστός, ἐκεῖ, ἵσταται καί ἡ Παναγία. Πρόκειται γιά τό ἀνυπέρβλητο πνευματικό της κάλλος πού ἔφερε τό Θεό κοντά στόν ἄνθρωπο.
Καλούμεθα, συνεπῶς, νά προχωρήσουμε μ’ ἕνα βῆμα σταθερό, τίμιο, εὐσυνείδητο στή βίωση τῶν θαυμαζομένων χαρισμάτων της.
Ἡ Παναγία, ἀληθῶς, μακαρίζεται, διότι ὁ Θεός «ἐποίησε μεγαλεῖα» σ' αὐτήν. Καί μεῖς, θά μακαριστοῦμε, ἐάν ἀφήσουμε τό εἶναι μας, στή μητρική ἀγκαλιά τῆς Παρθένου Μαρίας. Συνελόντ’ εἰπεῖν: «Μακάριοι οἱ μένοντες ἐν τῷ σῷ οἴκῳ, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων αἰνέσουσί σε, μακάριοι οἱ βλέποντες ἐν εἰκόνι τήν ἀπαστράπτουσαν αἴγλην τῆς χάριτος, ἧς αὐτῇ μετέδωκας ζῶσα Πάναγνε» (Γ' ὠδή Καν. Κοιμ.).
Ὑπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν. Ἀμήν.