Ἑορτάζουμε μέ θρησκευτική εὐλάβεια καί ἐθνική ὑπερηφάνεια τήν μεγάλη ἐπέτειο τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας καί μάλιστα ἐφέτος μέ περισσότερο ζῆλο, ἐνθουσιασμό, ἀλλά καί περίσκεψη μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπληρώσεως 200 ἐτῶν ἀπό τήν ἔναρξη τοῦ Ἀγῶνα κατά τῶν Τούρκων, γιά τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος μας. Συνήθως τίς Ἐθνικές ἐπετείους τίς τιμοῦμε μέ πανηγυρισμούς καί ἄλλες ἐκδηλώσεις. Ἀλλ’ αὐτό δέν φτάνει. Χρειάζεται νά προσεγγίζουμε τά μεγάλα ἱστορικά γεγονότα, προπάντων, μέ ἀνοικτή ψυχή, συντονισμένη στά ὑψηλά μηνύματά τους.
Γιά τούς ἀνθρώπους ἐκείνους, τούς ἥρωες τοῦ 1821, τά γεγονότα ἦταν καθημερινή πράξη, πληρωμένη μέ πόνο, αἷμα καί θάνατο. Πήγαζαν ἀπό τήν πίστη στό Χριστό καί τήν ἀγάπη στήν Πατρίδα, ἀπό μιά ἀδούλωτη ψυχή. Νά τί μᾶς λένε:
«Ἀνδρίζεσθε, γενναῖοι ἥρωες. Ἰδού ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν, ὅς ἐπάταξεν ἔθνη πολλά καί ἀπέκτεινε βασιλεῖς κραταιούς. Ὁ Παντοκράτωρ Θεός δέν μᾶς ἀφήνει εἰς τήν διάκρισιν τοῦ ἐχθροῦ. Ὄχι, ὄχι, βέβαια, ἀλλά εἶναι σύμμαχός μας κατά πάντα, καθώς ἐμπράκτως πολλάκις τό εἴδομεν καί ἄμποτε εἰς τό ἑξῆς διά τῆς δυνάμεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί διά τῆς ἐνεργείας καί γενναιότητός Σας, ν’ ἀφανισθῆ ὁ ἐχθρός ἐξ ὁλοκλήρου. Εἴθε γένοιτο, γένοιτο...» (Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης).
«Ἡ Ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δέν ὁμοιάζει μέ καμμίαν ἀπ’ ὅσες γίνονται τήν σήμερον εἰς τήν Εὐρώπην... Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦταν ὁ πλέον δίκαιος, ἦταν ἔθνος μέ ἄλλο ἔθνος...» (Θ. Κολοκοτρώνης). «Κατέστησαν σιδηρούς τούς βραχίονάς μας καί ἔδωκαν νέαν καρτερίαν εἰς τάς ψυχάς μας, ὄχι ἡ ἀπελπισία, ἀλλά ἡ ὑπέρ Πατρίδος μας ἀγάπη, ὁ ὑπέρ Χριστοῦ ἔρως καί ἡ σταθερά μας τελευταία ἀπόφασις τοῦ νά ζήσωμεν Χριστιανοί ἐλεύθεροι εἰδεμή νά χαθῶμεν» (Ἐφημ. Ἑλλην. Χρονικά τοῦ Μεσολογγίου, 3-3-1826).
«Ἡ πατρίδα τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί ἡ θρησκεία εἶναι τό πᾶν» (Στρατηγός Μακρυγιάννης). Αὐτές ἦταν οἱ σκέψεις τους, τό ἀδούλωτο φρόνημά τους. Ἀξίζει, λοιπόν, νά δώσουμε στόν ἑαυτό μας τήν δυνατότητα γιά ἕνα προβληματισμό, γιά ἐσωτερικό διάλογο μέ τίς φωνές αὐτές, πού ἄν καί ἔχουν σιγήσει πρίν τόσα χρόνια καί σήμερα ἔχουν τόσα νά μᾶς ποῦν.
Καί ὅλοι τους ἦσαν ἥρωες. Χριστιανοί καί Ἕλληνες. Πολέμησαν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία». Μαζί δέ μέ τούς ἐπιφανεῖς ἥρωες τοῦ 1821, πού ἔχουμε δώσει τά ὀνόματά τους σέ ἱδρύματα, σέ σχολεῖα, σέ πλατεῖες καί δρόμους, ἄς μήν παραλείπουμε νά τιμᾶμε καί τούς ἀφανεῖς ἥρωες. Ἄς ἀναφέρουμε ἕνα τέτοιο ἀφανή ἥρωα, γενναῖο Μανιάτη. Ἦταν ὁ Ἠλίας Σαλαφατῖνος, ὁ ὁποῖος πολέμησε θαρραλέα, ἀλλά στάθηκε καί πρότυπο ἀνιδιοτέλειας. Ὅταν τόν Ἰούνιο τοῦ 1823 τοῦ προσφέρθηκε ἀπό τήν Πατρίδα, σέ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης, τό ποσό τῶν 3.000 γροσίων, ἀρνήθηκε νά τό πάρει, λέγοντας: «Εἶμαι φτωχός, ἀλλά τό Ἔθνος εἶναι φτωχότερο». Καί ὅταν λίγο ἀργότερα τοῦ προσέφεραν τόν βαθμό τοῦ ἀντιστρατήγου, ἀρνήθηκε καί πάλι, λέγοντας: «Τό στάδιον τοῦ Ἀγῶνα εἶναι εἰσέτι ἀνοικτόν, καί ὅστις δέν ἀγωνισθεῖ μέχρι τέλους, παρανόμως καί ἀκαίρως τόν ἀξιοῦται» (τόν βαθμόν).
Ἄν θέλουμε νά ἐπιζήσουμε ὡς Ἔθνος, νά προσφέρουμε στόν σύγχρονο κόσμο ἕνα τρανό μήνυμα, πρέπει νά ριζώσει βαθειά μέσα μας τούτη ἡ ἀλήθεια: Ὁ ἀγώνας γιά τήν Ἐλευθερία δέν σταματάει, μονάχα ὅταν διώχνουμε τούς κατακτητές ἀπό τούς βράχους μας, ἀλλά συνεχίζεται καί σέ καιρούς εἰρηνικούς, γιατί εἶναι ἀγώνας Δικαιοσύνης καί Ἀληθείας, ἀγώνας νά θεμελιωθεῖ σέ πνευματικά βάθρα ἡ ἐθνική ζωή, ἀγώνας νά ἀναδειχθοῦν προσωπικότητες ἀληθινά ἀνδρείων. Τό Ἔθνος αὐτό πού ζῆ κάτω ἀπό τόν μόνιμο ἀστερισμό τοῦ Εἰκοσιένα, πρέπει νά ἑτοιμάσει μιά νέα γενιά, ἕτοιμων νά θυσιασθοῦν γιά ἅγιες ἰδέες, πού τιμοῦν τόν ἄνθρωπο καί πού πνευματοποιοῦν τή ζωή του. Γενιά μέ ὑψηλά ἰδανικά! Εἴθε, ἡ ἐπέτειος τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας νά πληρώσει τίς ψυχές μας μέ τά ὕψιστα ἰδανικά. Πίστη στό Θεό καί ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα. Ἕνα ξαναζωντάνεμα τῆς Ἑλληνορθοδοξίας μας.